Εξαλειφόμαστε σιγά σιγά… Ο πληθυσμός της χώρας θα μειωθεί κατά 2 εκατ. το 2050 κάτω από τα 9 εκατ.
Αυτό προβλέπει νέα μελέτη του Ινστιτούτου του Βερολίνου για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη, η οποία αναλύει γενικότερα το δημογραφικό μέλλον της Ευρώπης και αναδεικνύει ανάμικτες τάσεις, τόσο θετικές όσο και αρνητικές (για τη χώρα μας κυρίως αρνητικές).
Η μελέτη επισημαίνει ότι μεταξύ 2011-2016 η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 3% του πληθυσμού της, μεταξύ άλλων λόγω της γέννησης λιγότερων παιδιών εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.
Οι Γερμανοί ερευνητές προβλέπουν ότι, με βάση τις έως τώρα δημογραφικές τάσεις, η Ελλάδα είναι πιθανό πως θα έχει τη χειρότερη σε όλη την Ευρώπη αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους έως το 2050.
Συρρίκνωση του πληθυσμού της Ελλάδας εως 1,4 εκατ. το 2035 και εως 2,5 εκατ. το 2050 προβλέπει μεταξύ άλλων η έκθεση της ειδικής επιστημονικής επιτροπής που συνδράμει το έργο της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής.
Σύμφωνα με την έκθεση:
– Η μείωση του μόνιμου πληθυσμού μέχρι το 2050 δεν αναμένεται – ανεξαρτήτως σεναρίων- να ανακοπεί.
Τα σενάριά μας δίδουν μειούμενο (και με διαφοροποιημένους ανά σενάριο/περίοδο ρυθμούς) πληθυσμό για την χώρα μας. Ειδικότερα:
• Στο τέλος της επόμενης εικοσαετίας (2035) 10,4 έως 9,5 εκατ. έναντι 10,9 εκατ. το 2015, ήτοι μειώσεις από 0,45 έως και 1,4 εκατ. σε απόλυτες τιμές (4,1 -12,4% σε σχέση με το 2015).
• Στο τέλος της προβολικής περιόδου (2050) που κυμαίνονται από 10,0 έως 8,3 εκατ. έναντι 10,9 εκατομ. το 2015, ήτοι μειώσεις σε απόλυτες τιμές από 0,8 έως και 2,5 εκατ. (7,3 έως 23,4 % σε σχέση πάντα με το 2015 ).
– Το 2035 το ποσοστό των άνω των 65 ετών και των άνω των 85 ετών στον συνολικό πληθυσμό (20,9% και 2,8% αντίστοιχα το 2015) αναμένεται να κυμανθεί από 27,9% -27,2% για τους πρώτους και 4,1%- 4,5% για τους δεύτερους, ενώ τα ποσοστά των νέων (0-14 ετών και 0-18 ετών) από 11,0% έως 12,4% για τους πρώτους και 15,8% – 14,2% για τους δεύτερους αντίστοιχα.
– Το 2050 το ποσοστό των άνω των 65 ετών και των άνω των 85 ετών στον συνολικό πληθυσμό (20,9 και 2,8% το 2015) αναμένεται να κυμανθεί από 33,1% -30,3% για τους πρώτους και 6,5%-4,9% για τους δεύτερους, ενώ τα ποσοστά των νέων (0-14 ετών και 0-18 ετών) από 14,8% έως 12,0% για τους πρώτους και 19% – 15,4% για τους δεύτερους αντίστοιχα.
– Ιδιαίτερη προσοχή προκαλεί στο πλαίσιο αυτό, οι ταχύτεροι ρυθμοί αύξησης στο μέλλον των υπερηλίκων (των ατόμων ηλικίας 85+ ) σε σχέση με αυτήν των 65 ετών και άνω. Το πλήθος των πρώτων, που σχεδόν δεκαπλασιάσθηκε ανάμεσα στο 1951 και το 2015, αναμένεται εκ νέου να παρουσιάσει μια σημαντική αύξηση την επόμενη τριακονταπενταετία.
Θα υπάρξει, επομένως, μια σημαντική γήρανση όχι μόνον του συνολικού πληθυσμού και του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας, αλλά και των άνω των 65 ετών (μια «γήρανση μέσα στην γήρανση).
– Η γήρανση, επομένως, στην χώρα μας όχι μόνον δεν ανακόπτεται, αλλά οι ρυθμοί της αναμένεται να επιταχυνθούν μέχρι το 2050.
– Η ποσοστιαία μείωση του πληθυσμού στις αποκαλούμενες παραγωγικές ηλικίες και η δυσανάλογη αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων θέτουν σε άμεσο κίνδυνο, εκτός των άλλων, και τη χρηματοοικονομική βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος / του συστήματος υγείας.
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ευρώπη είναι δημογραφικά διαιρεμένη.
Η μελέτη εκτιμά ότι έως το 2050 η υψηλότερη μέση ηλικία του πληθυσμού, μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, θα υπάρχει στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία, δύο χώρες που επίσης θα γνωρίσουν και συρρίκνωση του πληθυσμού τους, εκτός από τη γήρανση.
Τονίζεται ότι ουσιαστικά σήμερα σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες οι γυναίκες αποκτούν λιγότερα παιδιά από όσα απαιτούνται για να μείνει σταθερός ο πληθυσμός τους χωρίς τη βοήθεια των μεταναστών. Για να συμβεί μια τέτοια σταθεροποίηση, χρειάζεται ένας δείκτης γονιμότητας περίπου 2,3 παιδιών ανά γυναίκα, αλλά σήμερα ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 28 κρατών μελών είναι μόνο 1,58 παιδιά ανά γυναίκα.
Αν οι Ευρωπαίες συνεχίσουν να γεννούν κατά μέσο όρο περίπου 1,5 παιδιά σε βάθος χρόνου, τότε ο πληθυσμός της Ευρώπης θα μειωνόταν στο μισό μέσα στα επόμενα 65 χρόνια, εφόσον όμως υπήρχε μηδενική μετανάστευση και αμετάβλητο προσδόκιμο ζωής.
Στην κορυφή της ευρωπαϊκής γονιμότητας σήμερα βρίσκεται η Γαλλία με δείκτη γέννησης σχεδόν δύο παιδιών (1,96) ανά γυναίκα.
Η μελέτη επισημαίνει ότι ειδικά ο ευρωπαϊκός Νότος συνδυάζει την πληθυσμιακή συρρίκνωση και την πληθυσμιακή γήρανση.
Στις χώρες με χαμηλό δείκτη γονιμότητας όπως η Ελλάδα, αυτή η διαδικασία και το άνοιγμα της «ψαλίδας» εργαζομένων-συνταξιούχων συμβαίνει πιο γρήγορα από ό,τι σε βορειότερες χώρες.
Οι γερμανοί ερευνητές επισημαίνουν ότι οι βόρειες σκανδιναβικές χώρες όπως η Σουηδία και η Φινλανδία ήσαν οι πρώτες όπου πριν μερικές δεκαετίες ο δείκτης γονιμότητας στην Ευρώπη έπεσε κάτω από τα δύο παιδιά ανά γυναίκα.
Το νεοταξικό καθεστώς και τα προσκυνημένα ΜΜΕ λύσσαξαν όταν ο Τραμπ αναφέρθηκε στην εγκληματικότητα και τους βανδαλισμούς των λαθρομεταναστών στα Σουηδικά προάστια.
Με βάση τις αναλύσεις της Eurostat, εκτιμάται ότι τουλάχιστον τα δύο τρίτα των χωρών της Ευρώπης θα χρειασθούν τη συνεισφορά των μεταναστών από μη ευρωπαϊκές χώρες για να υπάρξει δημογραφική σταθερότητα στην Ευρώπη έως το 2050.
Όσον αφορά ειδικότερα την Κύπρο, η μελέτη εκτιμά ότι ο πληθυσμός της, από περίπου 0,85 εκατομμύρια το 2016 (αυξημένος κατά 14% έναντι του 2006), εκτιμάται ότι θα αυξηθεί περαιτέρω στα 0,9 εκατομμύρια το 2030 και σχεδόν στο ένα εκατομμύριο το 2050, κυρίως χάρη στη μετανάστευση, καθώς και στο ότι κάθε χρόνο περισσότεροι άνθρωποι γεννιούνται από ό,τι πεθαίνουν (ενώ στην Ελλάδα συμβαίνει πια το αντίθετο).
Από την άλλη, ο δείκτης γονιμότητας στην Κύπρο (1,32 παιδιά ανά γυναίκα το 2015) είναι εξίσου χαμηλός με αυτόν της Ελλάδας, με συνέπεια, σύμφωνα με τη μελέτη, έως τα μέσα της δεκαετίας του 2030 και στην Κύπρο ο αριθμός των θανάτων πιθανώς να ξεπερνά πλέον τον αριθμό των γεννήσεων.
Το Ινστιτούτο του Βερολίνου για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη είναι μία ανεξάρτητη μη κερδοσκοπική δεξαμενή σκέψης που δημιουργήθηκε το 2000.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου